- Ἀναξιμάνδρου
- Ἀναξίμανδροςmasc gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Αναξιμένης — I (Μίλητος 585/4 – 528/7 π.Χ.). Φιλόσοφος, συμμαθητής και διάδοχος του Αναξίμανδρου στην εκπροσώπηση της σχολής της Μιλήτου. Αυτά που αναφέρονται για τη διδασκαλία του από την αρχαία δοξογραφία πρέπει να προέρχονται από ειδική πραγματεία του… … Dictionary of Greek
ηρωολογία — ἡρωολογία, ἡ (Α) (τίτλος έργου τού Αναξίμανδρου) διήγηση περί ηρώων. [ΕΤΥΜΟΛ. < ήρως, ωος + λογία (< λογος < λόγος), πρβλ. ιδεο λογία, μυθο λογία] … Dictionary of Greek
Δαμάστης εκ Σιγείου — (5ος; αι. π.Χ.). Ιστορικός και γεωγράφος. Ακολουθώντας τα ίχνη του Αναξίμανδρου και του Εκαταίου, σχεδίασε έναν χάρτη του κόσμου που τον συνόδευσε με περιγραφές της Γης και των λαών (σώζεται ένα μικρό απόσπασμα από την περιγραφή των Υπερβορείων) … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Γραμματεία και Λογοτεχνία — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΙΑ H λέξη ιστορία συνδέεται ετυμολογικά με τη ρίζα Fιδ , η οποία σημαίνει «βλέπω», και υπό αυτή την έννοια ιστορία είναι η αφήγηση που προκύπτει από έρευνα βασισμένη στην προσωπική παρατήρηση. Τα κείμενα των αρχαίων… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Επιστήμες — ΑΡΧΑΙΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ Η επιστήμη και η τεχνολογία καθορίζουν σήμερα, περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη στιγμή στην ιστορία, την καθημερινή ζωή. Η ίδια όμως η έννοια της επιστήμης, όπως τη χρησιμοποιούμε στις μέρες μας, οφείλει την ύπαρξή… … Dictionary of Greek